Σελίδα 2 από 9 Μέ τήν ἀκτημοσύνη
σάν φυσική συνέπεια καί συμπλήρωση τῆς ὑπακοῆς καί τῆς παρθενίας,
ἀποκτᾶ τήν καθαρά προσευχή. "Ζητᾶ πρῶτον τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν,
μή μεριμνῶν εἰς τήν αὔριον" καί θεραπεύει τήν ἀλλοτρίωση πού
προκαλεῖ ἡ φιλοκτημοσύνη καί πλουτίζει εἰς Θεόν. Γίνεται "ὁ μηδέν
ἔχων καί τά πάντα κατέχων". Ὁ πρῶτος ὅρος ὅμως
καί ἡ βάση τοῦ μοναχισμοῦ εἶναι ἡ ὑπακοή. Μέ τήν ὑπακοή ὁ μοναχός
ἐπιμένει στόν γενικό κανόνα τῆς μοναχικῆς ἀσκήσεως "μή ἐμπιστεύου
εἰς σεαὐτόν". Καταφεύγει καί ρωτᾶ τόν πνευματικό του πατέρα καί
ὑπερνικᾶ τόν πειρασμό τοῦ διψύχου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἐπαμφοτερίζει
στήν ἀνεύρεση σταθερῆς ὁδοῦ τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Μέ αὐτή ἀποκτᾶ
τήν γνώση τοῦ θείου θελήματος καί ἱκανοῦται νά διακρίνη τά νοήματα
τοῦ ἐχθροῦ. Γιά νά ἐξασκηθῆ πατερικῶς ἡ ὑπακοή, ἀπαραίτητη προϋπόθεση
εἶναι νά γίνεται μέ τήν ἑκούσια συγκατάθεση τοῦ ὑποτακτικοῦ καί ὄχι
μέ τήν ἐξουσιαστική ἐπιβολή τοῦ Ἡγουμένου, ἡ ὁποία ἀπέχει πολύ
ἀπό τήν ἀληθινή βίωση τῆς ὑπακοῆς. Μέ τήν ὑπακοή στό
θέλημα τοῦ Γέροντός του ὁ Μοναχός μαθαίνει πῶς νά ὑπακούη στό θέλημα
τοῦ Θεοῦ, ὑπερβαίνει τό τεῖχος τῆς ἀτομικότητός του, ἀποκτᾶ ἁρμονικά
τήν τέλεια ἀγάπη στόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους, διευρύνεται ἡ καρδιά
του ὥστε νά χωράη ὅλο τόν κόσμο, τόν ὁποῖο ἐν συνεχείᾳ τόν ἀγκαλιάζει
μέ τήν προσευχή του. Καθίσταται ἔτσι ἡ ὑπακοή μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
Κανένας νόμος ἤ κανόνας δέν ἰσχύει καί δέν ἐνεργεῖ πάνω ἀπό αὐτό τό
μυστήριο καί οἱ ἐξασκοῦντες αὐτό ἀποκτοῦν ἀληθινή παγκοσμιότητα,
ἀποδεσμεύονται ἀπό ὅλα τά κτιστά καί φθάνουν στήν καθαρότητα τοῦ
νοῦ[1].
Ὁ π. Σωφρόνιος ἀναφέρει ὅτι ὁ Μοναχός μέ τήν ὑπακοή ἀποκτᾶ τήν καθαρότητα
τοῦ νοῦ μέ τήν ὁποία γίνεται μέτοχος τῶν ἐνεργειῶν τῆς τρισηλίου Θεότητος[2].
Ἡ δέ τελειότερη μορφή τῆς ὑπακοῆς φανερώνεται -ὅπως σημειώνει
ἀλλοῦ- "ὅταν τό πνεῦμα του ἄγεται ἀπό τήν ἐντολή τῆς μείζονος ἀγάπης
τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε ἀποκτᾶ τό χάρισμα τῆς θεολογίας καί γίνεται δεκτικός
ἀποκαλύψεων". Ὅλα τά ἀνωτέρω ἰσχύουν
γιά ὅλες τίς τάξεις τῶν μοναχῶν δηλαδή τούς Ἐπισκόπους, Ἡγουμένους,
Προϊσταμένους καί ἁπλούς μοναχούς. 2.
Ἀπώλεια τῆς ἀληθινῆς ὑπακοῆς - πειθαρχία Κατά τόν π. Σωφρόνιο Σαχάρωφ "ἡ ἀπώλεια τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας
περί Προσώπου - Ὑποστάσεως ἀφεύκτως θά ὁδηγήσῃ εἰς τήν ἀπόδοσιν
πρωτείου εἰς τό "γενικόν" ἐπί τοῦ "μερικοῦ", εἰς τήν
ἀναζήτησιν "ὑπέρ-προσωπικῆς (τινος) ἀρχῆς". Ἡ ὑπακοή θά
ἀπαιτῆται ἤδη οὐχί ἐν σχέσει πρός τόν ἄνθρωπον - πρόσωπον, ἀλλά πρός
τόν "Κανόνα", τόν "Νόμον", τό "Τυπικόν", τήν
"Διοίκησιν", τόν "Θεσμόν" κ.τ.τ." μέ ἀποτέλεσμα
νά χαθῆ ἡ ὑψίστη ἔννοια τῆς ὑπακοῆς, ἡ περικλειομένη εἰς τάς εὐαγγελικάς
ἐντολάς, καί εἰς τήν θέσιν αὐτῆς νά εἰσέλθη ἡ "πειθαρχία".
"Καί ἡ τελευταία αὕτη εἶναι ἀναπόφευκτος μέν εἰς τήν ἀπό κοινοῦ
ζωήν τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά μόνον μέχρι ὡρισμένου ὁρίου. Ἡ ἀπώλεια
τῆς "προσωπικῆς" χριστιανικῆς ὑπακοῆς θά μείνῃ ἄνευ ἀνταμοιβῆς,
παρά τάς τυχόν ἐξωτερικάς ἐπιτυχίας τοῦ "ὀργανισμοῦ".
Τήν πραγματοποίησιν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ ἱστορίᾳ δέν
πρέπει νά βλέπῃ τις . . . εἰς τήν ἐπίτευξιν ἁρμονικῆς διαρθρώσεως
τοῦ "ὅλου". Ὑψηλότερον καί τελειότερον παντός εἶναι ἡ ἀνύψωσις
τῶν πιστῶν εἰς "μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ"
(Ἐφεσ. δ' 13) "[3]. |